Αντίσταση στα Γιάννενα


Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Τον αγωνιζόμενο λαό στοχεύει η θεωρία των άκρων Οι μαζικοί αγώνες μπορούν να νικήσουν

Χρηματοδοτικό ή/και δημοσιονομικό είναι τελικά το «κενό» που προδιαγράφεται και αναγγέλλεται για το 2014; Δηλαδή, ο λαός και η εργατική τάξη της χώρας «χρωστάει» και άλλα «χρωστούμενα» στους ιμπεριαλιστές και στα κράτη τους που μας «δανείζουν», για να μας «σώσουν»; Ή μήπως «χρωστάει» και άλλα «χρωστούμενα» και στο ξένο και ντόπιο κεφάλαιο που μας ξεζουμίζουν και μας εξαθλιώνουν, για να μας «σώσουν» και αυτοί; Με αυτό το … κεφαλαιώδες ερώτημα μπήκαμε στο τελευταίο τρίμηνο του χρόνου, για να μας ανακοινώσουν μέσω αυτού, όπως ήδη το έκαναν με το σχέδιο προϋπολογισμού, πως η επίθεση δεν έχει τέλος. Μετράνε κιόλας δημόσια σε βάθος δεκαετιών την εξέλιξη της πολιτικής της υποδούλωσης και λεηλασίας της χώρας και της συντριβής των εργατικών-λαίκών δικαιωμάτων. Διατυμπανίζουν, δηλαδή, οι ιμπεριαλιστές και το ντόπιο κεφάλαιο πως στοχεύουν να είναι για πάντα αφέντες της χώρας, της εργατικής δύναμης, της ζωής του λαού μας και μάλιστα αφέντες αδυσώπητοι με τους δούλους τους, χωρίς δικαιώματα. Έτσι, όπως απαιτεί για τις δικές τους ανάγκες και συμφέροντα η διέξοδος από την κρίση, ώστε να επαναθεμελιώσουν «ανόθευτο» από τις εργατικές-λαϊκές κατακτήσεις του 20ου αιώνα το σύστημα τους…

Ξανά το πολιτικό αδιέξοδο
Αυτή είναι η πραγματική αντίθεση και η επιδίωξη, στη βάση της οποίας και έχει διαμορφωθεί και εξελίσσεται το πολιτικό ζήτημα της χώρας. Πρόκειται αναμφίβολα για μια γιγάντια επιδίωξη. Που θέλει ολόκληρη τη χώρα ειδική οικονομική ζώνη, για να της λεηλατούν κάθε πλούτο και δυνατότητα οι ιμπεριαλιστές δυνάστες, σε συνεργασία με το ντόπιο κεφάλαιο. Και για να τη χρησιμοποιούν οι Αμερικανονατοϊκοί ως ορμητήριο, βάση και γεωπολιτικό εργαλείο τους -όπως τώρα στον «άξονα» με Ισραήλ-Κύπρο- στα πολεμικά σχέδια και τις εξορμήσεις τους. Μια επιδίωξη που θέλει την εργατική τάξη διαλυμένη σαν τέτοια, φτηνή και ανίκανη να οργανωθεί και να αντισταθεί και το λαό σε κατάσταση μόνιμης εξαθλίωσης και σε καθεστώς κοινωνικού μεσαίωνα.
Και είναι πια φανερό στον καθένα πως αυτή η γιγάντια επιδίωξη γεννά ολοένα κι άλλο «χρέος» και απαιτεί διαρκώς και άλλα μέτρα, αναπαράγοντας και βαθαίνοντας τα πολιτικά αδιέξοδα του συστήματος. Κάπως έτσι, η κυβέρνηση Σαμαρά, παρόλο που οι ψεύτικοι φίλοι του λαού της έβγαλαν από τη μέση το προηγούμενο διάστημα «επικίνδυνες» απεργίες και ενδεχόμενα λαϊκού ξεσηκωμού, παρόλο που ξετυλίγει –δια των ιμπεριαλιστικών υποδείξεων και καθοδηγήσεων- επιχείρηση «συμμαζέματος» της ΧΑ και ισχυροποίησης του ρόλου της, δείχνει και πάλι να «λαχανιάζει» και να αγκομαχά, ενόψει των μεγάλων καθηκόντων που έχει αναλάβει για λογαριασμό του συστήματος. Οι γκρίνιες των διάφορων πτερύγων του βασικού κυβερνητικού κόμματος, της ΝΔ, που δεν έχουν ούτε τη μείωση λίγων λεπτών του ευρώ στο πετρέλαιο θέρμανσης για να κρυφτούν πίσω της, εκφράζουν ακριβώς την ανησυχία τους για το πώς θα πάνε στην ακόμα πιο μεγάλη επίθεση που προδιαγράφεται για το αμέσως επόμενο διάστημα, απέναντι σε ένα λαό που τον έχουν βυθίσει κιόλας στην ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση.

«Κούφιες» διεργασίες
Μαζί και δίπλα με τη ΝΔ αγκομαχούν, ανησυχούν και επιχειρούν «διεργασίες» και διαμορφώσεις και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις του συστήματος. Γίνεται κάθε «φιλότιμη» προσπάθεια να συσταθεί η λεγόμενη κεντροαριστερά, μιας και φαίνεται πως το ΠΑΣΟΚ καθαυτό και ότι έχει μείνει από αυτό δεν θα μπορεί να αποτελέσει βασικό πολιτικό στήριγμα του συστήματος στο όχι μακρινό μέλλον. Όμως, παρά την ενθαρρυντική φασαρία που επιχειρούν τα γνωστά συγκροτήματα για την «πρωτοβουλία των 58», τους «5 δημάρχους» και όλο το γνωστό πολιτικό προσωπικό της «εποχής Σημίτη», είναι από την αρχή φανερό πως είναι περιορισμένα τα πολιτικά και τα «υλικά» όρια τους. Πώς μπορεί η όλη αυτή προσπάθεια να εμφανιστεί στο λαό ως εναλλακτική της σημερινής κυβερνητικής λύσης, όταν το ΠΑΣΟΚ που αποτελεί το βασικό κομμάτι της αναζητούμενης «κεντροαριστερής ελιάς» είναι σήμερα ο συνεταίρος και ο συνεργάτης της κυβερνητικής επίθεσης; Και τελικά, καθώς ο «νέος άνεμος» του Ολάντ αποδείχθηκε αμιγώς ιμπεριαλιστικός και οι γερμανικές εκλογές επιβεβαίωσαν τη… συνέχιση της γερμανικής επίθεσης και ενδεχομένως με την κυβερνητική συμμετοχή και των γερμανών «κεντροαριστερών» (SPD), σε ποιο ιμπεριαλιστικό κέντρο θα μπορεί να βρει «κατανόηση» για μετριασμό της επίθεσης στο λαό η «ελληνική ελιά»; Μήπως στην Ουάσιγκτον, που έχει ήδη ξεκινήσει ένταση των οικονομικοπολιτικών εκβιασμών στην Ευρώπη και έχει παραγγείλει τις γνωστές πολεμικού χαραχτήρα απαιτήσεις για τη χώρα μας, αναφορικά με το ρόλο της στη φλεγόμενη περιοχή της Α. Μεσογείου και της Μ. Ανατολής;
Στη βάση αυτών των πραγματικών δεδομένων, χαρακτηρίσαμε «κούφιες» τις διεργασίες στις οποίες στροβιλίζεται το τελευταίο διάστημα ολόκληρο αυτό το αντιδραστικό και φθαρμένο πολιτικό προσωπικό. Και είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και ο «υπεύθυνος» Κουβέλης κρατά –προς το παρόν!- αποστάσεις από τους «58», γιατί ακριβώς αντιλαμβάνεται πως το εγχείρημα δεν κουβαλά καμιά «προίκα διόρθωσης» της άγριας πολιτικής ενάντια στο λαό. Εξάλλου, λίγο πιο δίπλα βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ που με τα σημερινά δεδομένα αποτελεί το μόνο κόμμα εκτός της ΝΔ που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση μιας κυβερνητικής λύσης για το σύστημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ που η ηγεσία του, για να δείξει πόσο υπεύθυνη δύναμη είναι, εκτός από τη «συντεταγμένη έξοδο από την κρίση» που έχει διακηρύξει προς τα ξένα και ντόπια κέντρα, προχώρησε αυτές τις μέρες και σε ένα ακόμα βήμα: Διαχώρισε και διέγνωσε εντός της ΝΔ κάτι σαν «δημοκρατικές συνιστώσες» που δεν είναι έξαλλες και αντιδραστικές όσο άλλες δυνάμεις του κυβερνητικού κόμματος. Προφανώς αυτή τη διάκριση η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, την εμφανίζει ως άμυνα και ως γραμμή υπεράσπισης της «δημοκρατικής ομαλότητας» απέναντι στις κλιμακούμενες αντιδραστικές πιέσεις του συστήματος συνολικά ενάντια στην Αριστερά και το λαϊκό κίνημα. Όμως όχι μόνο δεν είναι άμυνα, αλλά αντίθετα είναι προσαρμογή στις πιέσεις αυτές. Είναι η συνέχιση της εφαρμογής της γραμμής «θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα», στο όνομα της οποίας (νομιμότητας) η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αφού διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να «πείσει» τους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες, τον Ολάντ, το Λευκό Οίκο, να …αλλάξουν πολιτική, επιχειρεί να «πείσει» το λαό –ακόμα και δια της ανοιχτής υπονόμευσης- να μην κάνει αγώνες. Αλλά είναι βέβαιο, και ιδιαίτερα στις παρούσες συνθήκες, ότι η άρνηση της γραμμής της πάλης και της σύγκρουσης, η αναζήτηση «συντεταγμένης πορείας», δηλαδή συνεννόησης με τα ντόπια και ξένα κέντρα και δυνάμεις του συστήματος είναι η βασιλική οδός για την ήττα του λαού. Που μάλιστα θα μπορούσε και να εξελιχθεί και με την «αριστερά» (τύπου ΣΥΡΙΖΑ) σε ακόμα πιο πρωτεύοντα ρόλο από αυτόν που ήδη κατέχει στο πολιτικό σκηνικό.

Η τροχιά της κατάστασης
Δεν μπορεί κανείς να προδιαγράψει τους τρόπους και τις μορφές με τις οποίες το σύστημα θα απαντήσει και θα απαντά στο πολιτικό του πρόβλημα. Όμως μια αναδρομή στα τελευταία τρία χρόνια στα οποία δεν δίστασαν να ανεβοκατεβάσουν πρωθυπουργούς τύπου Παπαδήμου θα μπορούσε να βοηθήσει για να αντιληφθούμε πως, στις συνθήκες μιας ανώμαλης κατάστασης που η επίθεση έχει διαμορφώσει, τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και οι ντόπιοι δυνάμεις δεν θα εμφανίσουν κανένα «δογματισμό» αναφορικά με την τήρηση του Συντάγματος και των μεταπολιτευτικών ειωθότων, για να δώσουν μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας πολιτικές λύσεις. Αρκεί αυτές να στηρίζουν τη συνέχιση της επίθεσης και την ισορροπία –με τις όποιες διαταραχές της- της διπλής εξάρησης από ΗΠΑ και Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Σε αυτή τη βάση, είναι χρήσιμη για το σύστημα η «κεντροαριστερή φασαρία» που εκτός των άλλων έδωσε την ευκαιρία στο Σημίτη να δηλώσει την –πάγια- προθυμία του να «υπηρετήσει τη χώρα». Όπως, βέβαια, τους είναι χρήσιμη και επιθυμητή η ανάσυρση του Καρατζαφέρη ή όποιου ανάλογου θα μπορούσε να διαχειριστεί το «κενό» της ΧΑ, με τρόπο υπεύθυνο και βολικό για το σύστημα και τις ανάγκες του.
Αυτό όμως που είναι βέβαιο είναι ότι θα αγριέψει η επίθεση στο λαϊκό κίνημα, τους αγώνες και την Αριστερά. Η επαναδιατύπωση της κατεύθυνσης της φασιστικοποίησης από τον ίδιο το Σαμαρά και συνολικά το κυβερνητικό κέντρο ως επίσημης κατεύθυνσης του συστήματος βαθμιαία υλοποιείται: Οι συλλήψεις, ακόμα και καταδίκες φυλάκισης, μαθητών, αφισοκολλητών, εργατών στη Χαλκίδα και στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, μπήκαν στην ημερήσια διάταξη. Οι κραυγές «για τα εγκλήματα της Αριστεράς» στη Μαρφίν του πάντα έγκριτου Πάγκαλου, δίπλα σε σενάρια «τρομοκρατίας» δια στόματος Δένδια και μαζί με τη νέα στρατιωτική άσκηση ΤΑΛΩΣ-13, «καταστολής πλήθους», είναι επίσης βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Την κατεύθυνση που θέλει να βάλει στο «γύψο» τη λαϊκή πάλη, τα σωματεία και κάθε συλλογικότητα του λαού και της νεολαίας, να αφαιρέσει ακόμα και τα στοιχεία αντιπολιτευτικής ρητορείας από τη ρεφορμιστική Αριστερά και να απομονώσει τις αγωνιστικές και επαναστατικές πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις. Αυτή είναι η κατά βάση απάντηση που το σύστημα λογαριάζει να δώσει στα πολιτικά αδιέξοδα του. Αυτή η κατεύθυνση είναι και προϋπόθεση για να ανεβοκατεβάζει «πολιτικές λύσεις», ακόμα και για να διευρύνει τη γκάμα των διαθέσιμων να το υπηρετήσουν πολιτικά από τις δυνάμεις της ρεφορμιστικής αριστεράς στο βαθμό που αυτές ακολουθήσουν το δρόμο της υποταγής-προσαρμογής-αποχής από τα μέτωπα πάλης που η κατάσταση αναδεικνύει.
Ο λαός και η νεολαία ζουν στην ανεργία, τη φτώχεια, την κοινωνική εξαθλίωση. Έχουν ανάγκη να αντισταθούν και να διεκδικήσουν και αυτή τους η ανάγκη αποτελεί την πραγματική βάση πάνω στην οποία μπορεί και πρέπει να χτιστεί η απόκρουση και η ανατροπή της φασιστικοποίησης. Στα πλαίσια δηλαδή των μαζικών αγώνων που απαιτούνται και μπορούν να ξεδιπλωθούν για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου. Προφανώς, σε αυτές τις άγριες συνθήκες, δε χωρούν «συμβολικοί αγώνες» και διαμαρτυρίες που θα δώσουν «μηνύματα». Αυτού του είδους οι «κινητοποιήσεις» όχι μόνο δεν μπορούν πια να συσπειρώσουν μαζικά εργαζόμενους και νεολαία αλλά είναι και πολύ ευάλωτοι σε μια κατεύθυνση που επιδιώκει να αποδείξει την «ακλόνητη κυριαρχία» της πολιτικής του συστήματος. Ούτε βέβαια αποτελεί πολιτική απάντηση σε αυτή την κατάσταση το κάλεσμα «συγκρότησης ψηφοδελτίων για Δήμους και Περιφέρειες» που απευθύνει το ΠΡΙΝ της 12/10!
Ο χρόνος -δηλαδή οι απαιτήσεις της ταξικής πάλης- συμπυκνώθηκε και τρέχει με μεγαλύτερες ταχύτητες. Μόνο στο πεδίο του κινήματος και της μαζικής πάλης μπορούμε να τον «προλάβουμε», παλεύοντας μέσα στο λαό και με το λαό για την υπόθεση του. Εκεί θα οικοδομούνται και οι αναγκαίες πολιτικές και οργανωτικές απαντήσεις της υπόθεσης αυτής. Αυτή είναι και η κατεύθυνση που πρέπει να αναδειχτεί στην πανελλαδική σύσκεψη της 26-27 Οκτώβρη των σχημάτων που συγκροτήθηκαν στη βάση της πρότασης της ΠΑΑΣ. Αυτή πρέπει να είναι και η κατεύθυνση που πρέπει να καθοδηγήσει την πάλη ολόκληρου αυτού του δυναμικού μετά τη σύσκεψη, για να διευρύνει πολύ περισσότερο την μαχόμενη σύνδεση του με τους εργαζόμενους και τη νεολαία, για να ενισχύσει την Λαϊκή Αντίσταση σε αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση.