Αντίσταση στα Γιάννενα


Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Νέες προτάσεις της ΕΕ στη Μ. Βρετανία: Συμβιβασμός ή brexit;

Στις 31 Γενάρη στο Λονδίνο, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Τουσκ μετέφερε στον Βρετανό πρωθυπουργό Κάμερον την πρόταση της ΕΕ για μια συμφωνία με τη Μ. Βρετανία, η οποία θα αποτρέψει το Brexit, την αποχώρηση, δηλαδή, της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, η οποία θα τεθεί σε δημοψήφισμα από τη Βρετανική κυβέρνηση. Η συνάντηση χαρακτηρίστηκε άκαρπη και δυο μέρες μετά ο Τουσκ επανήλθε με νέα πρόταση.

Ενώ το αρχικό χρονοδιάγραμμα ήταν να γίνει το δημοψήφισμα ως το τέλος του 2017, ο Κάμερον δήλωσε ότι αν επιτευχθεί μια συμφωνία με την ΕΕ, η οποία θα ικανοποιεί τη Μ. Βρετανία, θα μπορούσε ο ίδιος να ηγηθεί της καμπάνιας για την παραμονή στην ΕΕ και να επισπεύσει το δημοψήφισμα ακόμα και για τον Ιούνιο του 2016. Πριν απ’ όλα, όμως, η νέα πρόταση θα πρέπει να εγκριθεί από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 18 Φλεβάρη.
Η νέα πρόταση περιλαμβάνει τέσσερα βασικά σημεία τα οποία έχει θέσει η Μ. Βρετανία ως άξονες της επαναδιαπραγμάτευσης της σχέσης της με την ΕΕ: τα δικαιώματα των κρατών-μελών που δεν είναι στην Ευρωζώνη, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, την εξαίρεση της Μ. Βρετανίας από το στόχο της στενότερης ευρωπαϊκής συνεργασίας και την άρση της υποχρέωσης της Μ. Βρετανίας να χορηγεί τα ίδια επιδόματα που δίνει στους υπηκόους της σε υπηκόους της ΕΕ που εργάζονται εκεί.
Στο τελευταίο σημείο ο στόχος του Κάμερον είναι να επιτραπεί το «φρένο στις παροχές», δηλαδή η δυνατότητα της Μ. Βρετανίας να σταματά τις παροχές στους μη υπηκόους της, όχι, όμως, μονομερώς, αλλά μετά από συμφωνία όλων των κρατών-μελών. Ενώ σημείο τριβής είναι και η διάρκεια του «φρένου», με την ΕΕ να προτείνει τα 4 χρόνια και τον Κάμερον να επιδιώκει τα 7.
Στο σημείο αυτό η Μ. Βρετανία αντιμετώπιζε ισχυρές διαφωνίες από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβακία και Τσεχία. Η Πολωνία εξακολουθεί να διαφωνεί και με τη νέα πρόταση, ωστόσο η Τσεχία την υποστηρίζει με το επιχείρημα ότι θα ισχύσει για όσους φτάσουν στη Μ. Βρετανία από εδώ και πέρα και όχι για όσους είναι ήδη εκεί. Ουγγαρία και Σλοβακία δεν τοποθετήθηκαν.
Πιο σημαντικές, όμως, είναι οι διαφωνίες της Γαλλίας με το πρώτο αίτημα της Μ. Βρετανίας, δηλαδή τη σχέση των κρατών-μελών εκτός ευρώ με την ευρωζώνη. Η Γαλλία θεωρεί απαράδεκτο να δοθεί η δυνατότητα σε χώρες που δεν είναι στην ευρωζώνη να μπλοκάρουν της διαδικασίες της και θεωρεί ότι, αν κάτι τέτοιο ισχύσει, το Σίτι του Λονδίνου θα αποκτήσει, ουσιαστικά, δικαίωμα βέτο στην ευρωζώνη.
Η ουσία είναι ότι αναζητείται ένας συμβιβασμός ανάμεσα στη Μ. Βρετανία και την ΕΕ, τέτοιος που να εξασφαλίζει ειδική μεταχείριση σε ένα από τα πιο ισχυρά και σημαντικά μέλη της Ενωσης. Ενός μέλους του οποίου η αποχώρηση θα δημιουργήσει προβλήματα σε κάθε επίπεδο, πολιτικό, οικονομικό, αλλά και ιδεολογικό.
Η Μ. Βρετανία δείχνει να «στενεύεται» στο κοστούμι της ΕΕ και τη γερμανική πρωτοκαθεδρία σε αυτήν. Ενα απλό παράδειγμα είναι η συζήτηση που γίνεται σε σχέση με τις εξαγωγές. Από τη μια μεριά οι Βρετανική αστική τάξη κερδίζει από την ελεύθερη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών στην ΕΕ, από την άλλη δεν έχει την απόλυτη ελευθερία που θα ήθελε στις εμπορικές της σχέσεις με Κίνα, Ινδία και Αμερική.
Το πιο σημαντικό είναι ότι η Μ. Βρετανία αισθάνεται ότι δεν έχει την επιρροή που θα ήθελε στην ΕΕ και ότι οδηγείται προς μια ευρωπαϊκή «ενοποίηση» στην οποία δε διαμορφώνει εκείνη τους όρους. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι έχει αποφασίσει να φύγει από την ΕΕ (γιατί θα το είχε ήδη κάνει), αλλά ότι επιδιώκει μια προνομιακή σχέση με αυτήν.
Εκεί είναι και η ουσία της υπόθεσης: Μέσα στη δίνη των κλιμακούμενων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, καθεμιά από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θεωρεί ότι της αντιστοιχούν περισσότερα απ’ όσα έχει και τα διεκδικεί. Η Μ. Βρετανία δεν αποτελεί εξαίρεση, αντίθετα είναι, ούτως ή άλλως, μια ιδιαίτερη περίπτωση, όχι μόνο λόγω των μεγεθών της, αλλά κυρίως λόγω της στενής σχέσης που πάντα διατηρούσε με τις ΗΠΑ, ενώ, ταυτόχρονα, ήταν από τα βασικά μέλη της ΕΕ.
Στην εξέλιξη των ανταγωνισμών, πληθαίνουν οι φωνές στη Μ. Βρετανία που θεωρούν ότι δεν έχουν κανένα λόγο να παραμένουν στην ΕΕ κάτω από τη σκιά της Γερμανίας και ότι μόνοι τους θα μπορούσαν να διαδραματίσουν έναν πιο ουσιαστικό ρόλο, τέτοιον που να αρμόζει στην παλιά αυτοκρατορία. Η δρομολόγηση του δημοψηφίσματος και η στάση του ίδιου του Κάμερον, που δείχνει κάποια κατανόηση απέναντι στα επιχειρήματα των λεγόμενων ευρωσκεπτικιστών, αποδεικνύουν ότι οι φωνές αυτές εκφράζουν σημαντικές τάσεις στη βρετανική αστική τάξη.
Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν και οι δυο πλευρές είναι ποιες θα είναι οι ζημιές και τα κέρδη από ένα brexit. Η ΕΕ, πάντως, δηλαδή η Γερμανία και η Γαλλία, δείχνει να πιέζεται αρκετά. Αν φοβόντουσαν μια φορά την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και τις συνέπειές της, προφανώς έχουν πολλά περισσότερα να φοβούνται από μια έξοδο της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ. Γιατί παρότι δεν είναι δεμένη νομισματικά, το οικονομικό της εκτόπισμα θα λείψει… Για να μην πούμε το πού θα πάει η μεγάλη ιδέα της «ενωμένης Ευρώπης»…
Οι προσπάθειες για να βρεθεί ένας συμβιβασμός θα συνεχιστούν. Το πόσο θα υποχωρήσει κάθε πλευρά μένει να το δούμε. Από αυτό θα κριθεί και το αν ο συμβιβασμός τελικά θα επιτευχθεί ή αν θα πρέπει η ΕΕ να μάθει να υπάρχει χωρίς τη Μ. Βρετανία…